Λευκό
|
![]() |
Sorry mate, won't work any more.
Κατά την παραμονή της σε μια ευρωπαϊκή πόλη σημαδεμένη από τη βία του B′ Παγκόσμιου πολέμου, σε μια πόλη με δριμείς χειμώνες, η συγγραφέας αναμετριέται με μια άλλη τραγωδία, που καθόρισε την πορεία της οικογένειάς της: τον θάνατο της μεγάλης της αδερφής, η οποία εγκατέλειψε τον κόσμο μόλις δύο ώρες μετά τη γέννησή της. Σε μια αφήγηση αυτοβιογραφική και θραυσματική, στιλπνή και σπαρακτική, που αναδύεται μέσα από λευκές εικόνες –τα σπάργανα που έγιναν σάβανο, το μητρικό γάλα που το μωρό δεν πρόλαβε να πιει, μια χούφτα λέξεις στο χαρτί–, η νομπελίστρια συγγραφέας ζωντανεύει τη μνήμη μιας αδερφής την οποία δεν πρόλαβε ποτέ να γνωρίσει, μετουσιώνοντας έτσι, απέριττα και ποιητικά, ένα θέμα βαθιά προσωπικό σε υψηλή λογοτεχνία. «Μεγάλωσα μέσα σ’ αυτή την ιστορία» γράφει η ίδια. Το Λευκό είναι ένας λυρικός αναστοχασμός πάνω στο πένθος, αλλά και στις αντοχές της ανθρώπινης ψυχής, στην αέναη προσπάθεια να πλάσουμε νέα ζωή από τις στάχτες της καταστροφής. Η έκδοση συμπληρώνεται από την όμορφη διάλεξη που έδωσε η Χαν Γκανγκ στο πλαίσιο της βράβευσής της με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Αν είχες ζήσει εσύ,
εγώ δεν θα υπήρχα.
Αν ζω εγώ, πάει να πει
πως εσύ δεν μπορείς να υπάρξεις.
Μόνο για λίγο, φευγαλέα, σ’ εκείνο
το γαλαζωπό κενό ανάμεσα στο φως
και το σκοτάδι, μπορούμε να
διακρίνουμε η μια την άλλη.
«Όταν γράφω, χρησιμοποιώ το σώμα μου. Χρησιμοποιώ όλα τα αισθητηριακά ερεθίσματα της όρασης, της ακοής, της όσφρησης, της γεύσης, νιώθω την τρυφερότητα και τη θερμότητα, το κρύο και τον πόνο, αφουγκράζομαι τους χτύπους της καρδιάς μου, παρατηρώ την ανάγκη του οργανισμού μου για τροφή και νερό, τον τρόπο που περπατάω ή τρέχω, την αίσθηση του αέρα, της βροχής ή των νιφάδων του χιονιού πάνω στο δέρμα μου, την αίσθηση ενός χεριού μες στο δικό μου. Καθετί που ζωηρά προσλαμβάνω ως θνητό ον που το αίμα κυλάει στις φλέβες του, προσπαθώ να το ενσταλάζω στις φράσεις μου».
Χαν Γκανγκ