Περίληψη
Σε αυτό το σύντομο μυθιστόρημα, όπου ελάχιστα συμβαίνουν στην πραγματικότητα, όπου οι εντάσεις δεν προκύπτουν μέσα από πολλά λόγια αλλά αναδύονται μέσα από αινιγματικές σιωπές, παρακολουθούμε τον ομώνυμο πρωταγωνιστή και τα άτομα του κύκλου του μέσα στην καθημερινότητα. Ο Αρμάν συζεί με τη Ζαν, μια χήρα μεγαλύτερή του, η οποία τον στηρίζει οικονομικά και τον αγαπά, αφήνοντάς του συγχρόνως μεγάλη ελευθερία κινήσεων. Ο Αρμάν δεν εργάζεται και βολτάρει συχνά, πρωί και βράδυ. Κάποια στιγμή συναντά έναν παλιό φίλο, τον Λουσιέν. Αυτός δεν είχε την τύχη του Αρμάν, παρέμεινε φτωχός, ντροπαλός, άγαρμπος σε κάθε του χειρονομία και κοινωνικά αμήχανος, πλην όμως, για τον κεντρικό ήρωα αποτελεί τον «μάρτυρα ενός επώδυνου παρελθόντος». Ωστόσο, πώς ακριβώς εμπλέκεται στη συγκεκριμένη ιστορία η Μαργκερίτ, η μικρότερη αδελφή του Λουσιέν; Η ευαίσθητη, ιδιόρρυθμη, αναλυτική γραφή με την οποία ο συγγραφέας αναδεικνύει τις πλέον λεπτές αποχρώσεις των ανθρώπων, από τη ρευστή επιφάνειά τους ως το απώτατο βάθος των ψυχών τους, έχει συγκριθεί με εκείνη του Μαρσέλ Προυστ. Ο Εμμανουέλ Μποβ είναι ένας δεινός, σπάνιος, διαχρονικός παρατηρητής της ζωής, των σχέσεων, του κόσμου.
«Έχει όσο κανείς άλλος την αίσθηση της συγκινητικής λεπτομέρειας».
Σάμιουελ Μπέκετ
«Γιατί άραγε αυτές οι ατέλειωτες σιωπές, οι οποίες στο θέατρο θα ήταν αφόρητες και ίσως ακατανόητες, γεννούν στην ψυχή μας τόσα αισθήματα και μας φέρνουν πιο κοντά στους ήρωες του δράματος απ’ ό,τι θα μας έφερναν οι πιο συγκεκριμένες, οι πιο πληθωρικές, οι πιο κατάλληλες για τις συνθήκες κουβέντες; Διότι, χάρη σε μια μοναδική κι ολοδική του τέχνη, ο κ. Μποβ ξέρει πολύ καλά να κάνει αυτές τις σιωπές να γεμίζουν, να ξεχειλίζουν από όλα αυτά που συγκαλύπτουν οι βουβοί του ήρωες: όχι μόνο τα συναισθήματα που τους συγκλονίζουν και ραγίζουν την καρδιά τους, όχι μόνο τις αισθήσεις που τους συνταράσσουν, αλλά κι αυτές τις απειροελάχιστες αντανακλάσεις, αυτούς τους ανεπαίσθητους αντίλαλους του εξωτερικού κόσμου, που, ανά πάσα στιγμή, συμπλέκονται με τις αντιδράσεις του μυαλού μας ή της καρδιάς μας».
Φερνάν Βαντερέμ