Ο Γεουντά Αμιχάι γεννήθηκε το 1924 στο Βίρτσμπουργκ της Γερμανίας ως Λούντβιχ Πφόιφερ. Άλλαξε το όνομά του το 1946, επιλέγοντας το επώνυμο Αμιχάι, το οποίο στα εβραϊκά σημαίνει «Ο λαός μου ζει». Οι γονείς του ήταν θρησκευόμενοι Ορθόδοξοι Εβραίοι και το 1935 μετανάστευσαν στην υπό Βρετανική Εντολή Παλαιστίνη. Το 1942, έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του στο θρησκευτικό λύκειο Μααλέ, κατατάγηκε εθελοντικά στον βρετανικό στρατό και υπηρέτησε στην Αίγυπτο. Κατόπιν, επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ και φοίτησε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Νταβίντ Γέλιν. Έλαβε μέρος στον Αραβο-Ισραηλινό Πόλεμο του 1948 με την ταξιαρχία Νέγκεβ της Παλμάχ. Μετά τον πόλεμο ξεκίνησε να σπουδάζει Εβραϊκή Λογοτεχνία και Τορά στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ. Το 1955, με ενθάρρυνση των καθηγητών του, εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, Τώρα και σε άλλους καιρούς, με την οποία απέσπασε το Βραβείο Σλόνσκι το 1957. Ήταν ο πρώτος από τους ποιητές της εγχώριας γενιάς που τιμήθηκε με το Βραβείο του Ισραήλ το 1982. Το πλούσιο λογοτεχνικό έργο του, που περιλαμβάνει δεκατρείς ποιητικές συλλογές, δύο μυθιστορήματα, μία συλλογή διηγημάτων, τρία βιβλία παιδικής λογοτεχνίας και αρκετά θεατρικά, μεταφράστηκε σε περισσότερες από σαράντα γλώσσες. Έλαβε αναρίθμητα βραβεία και προτάθηκε για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πολλά διεθνή συνέδρια έχουν διοργανωθεί για το έργο του, μεταξύ αυτών το συνέδριο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης το 1997 και του Πανεπιστημίου Γέιλ το 2007. Πέθανε στην Ιερουσαλήμ στις 22 Σεπτεμβρίου 2000, σε ηλικία εβδομήντα έξι ετών. Μετά τον θάνατό του, όλο το προσωπικό του αρχείο περιήλθε στη Βιβλιοθήκη Σπάνιων Βιβλίων και Χειρογράφων Beinecke του Πανεπιστημίου Γέιλ.