Η Oγιά Μπαϊντάρ γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1940. Μαθήτρια ακόμα, γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο O Θεός ξέχασε τα παιδιά για το περιεχόμενο του οποίου επικρίθηκε από τη διεύθυνση του παρθεναγωγείου. Το 1964 αποφοίτησε από το τμήμα Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κωνσταντινούπολης. Ένα χρόνο αργότερα η εντεταλμένη επιτροπή των καθηγητών απορρίπτει τη διδακτορική της διατριβή με θέμα τη γέννηση της εργατικής τάξης στην Τουρκία, με αποτέλεσμα οι φοιτητές να κάνουν κατάληψη (είναι η πρώτη κατάληψη Πανεπιστημίου εκείνα τα χρόνια) διαμαρτυρόμενοι για το γεγονός. Το 1971, μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα, συλλαμβάνεται και αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη θέση της. Το 1980, με το δεύτερο στρατιωτικό πραξικόπημα, εγκαταλείπει τη χώρα και μέχρι το 1992 ζει εξόριστη στην Ανατολική Γερμανία. Το 1991 κυκλοφορεί μια συλλογή διηγημάτων της με τίτλο Έχε γεια, Αλιόσα (βραβείο Σάιτ Φάικ) και το 1993 το μυθιστόρημα Επιστολές μιας γάτας (βραβείο μυθιστορήματος Γιουνούς Ναντί). Με την επιστροφή της στην Τουρκία, διηύθυνε την έκδοση της «Τουρκικής Συνδικαλιστικής Εγκυκλοπαίδειας». Ακολούθησε η έκδοση των μυθιστορημάτων της Επιστροφή στο τίποτα (1998) και Απόμειναν μόνο οι καυτές τους στάχτες (2000) που κέρδισε και το βραβείο μυθιστορήματος Oρχάν Κεμάλ. Ένα διήγημά της με τίτλο Η θεία μου έζησε; εντάχθηκε στο συλλογικό τόμο Το βιολί τις καλοκαιρινές νύχτες (μτφρ. Στέλλα Χριστίδου, Εκδόσεις Καστανιώτη 2002).