«Και ιδού ίππος χλωρός» | Εκδόσεις Καστανιώτη

Και ιδού ίππος χλωρός

Μυθιστόρημα

Το σχέδιο στο εξώφυλλο είναι του Γιάννη Μόραλη - Μακέτα: Γιάννης Λεκκός

Και ιδού ίππος χλωρός
  • ISBN: 960-03-0698-2
  • σελ. 176
  • 11 Μαΐου 1990
  • Εξαντλήθηκε

Περίληψη

Ένα μυθιστόρημα με πλαίσιο την Κατοχή, φορτισμένο με ηθικές, κοινωνικές και πολιτικές αξίες που έρχονται σε αντιπαράθεση με τη βαρβαρότητα του κατακτητή, δύσκολα γίνεται αισθητικό επίτευγμα χωρίς να παγιδευτεί απ' τη συναισθηματική αμεσότητα του θέματος. Κι όχι μόνο επειδή η συγγραφέας κέρδισε το δύσκολο βραβείο των «Δώδεκα» (1964), αλλά ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι σ' αυτό το υποδειγματικό βιβλίο μπορεί κανείς ν' αναφέρεται στην Αντίσταση χωρίς να θυμίζει κήρυγμα ή σοσιαλιστικό ρεαλισμό.

Εκείνο που προκύπτει καθαρά και καταγράφεται στο Και ιδού ίππος χλωρός είναι η δοκιμασία των εσωτερικών αντιδράσεων του ατόμου μπροστά σε μια ακραία ανθρώπινη κατάσταση, όπως είναι η ωμή βία. Γιατί ο φόβος και ο κίνδυνος δεν πηγάζουν μόνο απ' την πλευρά του δυνάστη, αλλά κι απ' τα απωθημένα συναισθήματα που ελευθερωμένα απεγκλωβίζονται καθώς το τερατώδες προβάλλει ως η μόνη πραγματικότητα, προκαλώντας τον πανικό. Και τότε, υπό την επήρειά του, οι άνθρωποι στρέφονται είτε κατά του ίδιου του εαυτού, όπως ο αυτόχειρας Άγγελος, είτε, υπακούοντας στο τυφλό ένστικτο αυτοπροστασίας, κάνουν αλυσιδωτά κακό σε άλλα πλάσματα, όπως ο Αλέξανδρος που, μπροστά στη μηδενική επιλογή της επιβίωσης, εκτελεί τα αγαπημένα του σκυλιά. Και μόνον η νεαρή μητέρα Ελένη, ανοιχτή στην αγάπη, γίνεται στόχος που πάνω της δοκιμάζονται οι κρυφές εντάσεις όσων την περιβάλλουν. Η σημαντική συμβολή στην κατανόηση των ακραίων αισθημάτων λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε οι άνθρωποι να διαπλέκονται με βαθύτερους ιστούς που δεν επιτρέπουν στους ήρωες να χαρακτηρίζονται μονοσήμαντα καλοί ή κακοί. Έτσι, με μια ελαφριά μετατόπιση, ο σκληρός Αλέξανδρος, παρά την απολυτότητά του, διαγράφεται αφάνταστα τρυφερός κι ευαίσθητος σ' ό,τι τον αγγίζει. Όμως ο αναγνώστης που ξαφνιάζεται και διχάζεται απ' την πρώτη εντύπωση, ακούσια και βαθμιαία υποχωρεί αποκομίζοντας μια σιωπηλή, εσωτερική, και γι' αυτό διαρκή, εννόηση βάθους.

Βιογραφικά στοιχεία

Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ

Η Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ γεννήθηκε το 1920 στην Αθήνα (Θησείο). Τέλειωσε το Γυμνάσιο με κατ' οίκον μαθήματα, ενώ ασχολήθηκε για λίγο και με το χορό. Το 1942 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών αλλά σύντομα εγκατέλειψε τις σπουδές της. Σπούδασε τραγούδι στο Ελληνικό Ωδείο και γαλλική φιλολογία στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Στη διάρκεια της Κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση ως μέλος του Ε.Α.Μ. ενώ εργάστηκε και ως εθελόντρια του Ε.Ε.Σ. Το 1939 παντρεύτηκε τον Γάλλο ελληνιστή Ροζέ Μιλλιέξ, με τον οποίο απέκτησε δυο παιδιά. Από το 1945 έως το 1975 ταξίδεψε και έζησε για μεγάλα διαστήματα στη Γαλλία την Κύπρο και την Ιταλία.

Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα στη διάρκεια της Κατοχής, μεταφράζοντας τη Σιωπή της θάλασσας του Βερκόρ, που κυκλοφόρησε γραφομηχανημένη κρυφά το 1943 και επίσημα το 1945, και δημοσιεύοντας δυο αντιστασιακά διηγήματα στα Ελεύθερα Γράμματα (1945). Το πρώτο της βιβλίο, Πλατεία Θησείου, εκδόθηκε το 1947 από τα «Νέα Βιβλία». Από τότε, κάθε δύο τρία σχεδόν χρόνια, κυκλοφορούσε κάποιο της βιβλίο, μυθιστόρημα, διηγήματα, εθνογραφία, κριτική, παραμύθι. Το βίωμα και η ψυχική περιπέτεια γίνονται το υπόστρωμα όλου της του έργου, με προεκτάσεις στην υπέρβαση και στον κοινωνικό προβληματισμό Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Ανεξάρτητος Τύπος, Ανένδοτος, Αυγή, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, γράφοντας κριτικές βιβλίων, χρονογραφήματα και ρεπορτάζ, καθώς και με κυπριακά έντυπα. Από το 1964 δούλεψε στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση απ΄ όπου αναγκάστηκε να παραιτηθεί τουλάχιστον τρεις φορές, όταν κινδύνευε η ελευθερία του λόγου.

Τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο διηγήματος, το βραβείο των Δώδεκα, το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος και το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.

Πέθανε στην Αθήνα το 2005 σε ηλικία 85 ετών.




Βιβλιογραφία