Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στους δύστηνους καιρούς (1941-1944)Τόμος Γ´ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ / ΙΣΤΟΡΙΑ |
|
Sorry mate, won't work any more.
Η προκείμενη Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στους δύστηνους καιρούς (1941-1944), τόμος Γ´, έρχεται να συνεχίσει την Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1918-1940), τόμοι Α´ και Β´, η οποία εκδόθηκε το 2001. Ο νέος αυτός τόμος εξιστορεί την αμέσως επόμενη χρονική φάση του συνόλου του έργου (1880-1999) υπακούοντας στους ίδιους όρους κατάθεσης της λογοτεχνικής ύλης, οι οποίοι εκτέθηκαν και αναπτύχθηκαν στον πρόλογο και στην εισαγωγή του Α´ τόμου της έκδοσης του 2001.
Περιληπτικά, οι όροι αυτοί υπηρετούν την ιδέα να παρασταθεί συγκριτικά η ιστορική εικόνα των ρευμάτων της λογοτεχνίας, των ίδιων των έργων του συνόλου των συγγραφέων μιας περιόδου, όπως τα κρίνει και τα αποκρυπτογραφεί η σύγχρονή τους κριτική, ούτως ώστε να αποδίδονται οι διαδοχικές φάσεις και διαφοροποιήσεις που διατρέχει η λογοτεχνία, κατά το λεγόμενο: «εν προόδω». Το άμεσο εξαγόμενο μιας χρονικής και συγκριτικής παράθεσης είναι ότι δεν έχομε μονογραφίες των κορυφαίων συγγραφέων, δείγματος χάριν: ο Σολωμός ή ο Παλαμάς ή ο Καβάφης και η εποχή του, αλλά διαφορετικά και ενδεχομένως συμπληρωματικά την εικόνα ενός άλλου είδους προσέγγισης που -σε διάκριση με τις καθιερωμένες και σεβαστές ιστορίες των Βουτιερίδη, Καμπάνη, Δημαρά, Πολίτη – μπορούμε να την ονομάσομε: Η εποχή και οι συγγραφείς της, όπου η εποχή περιλαμβάνει όχι το διαχρονικό σύνολο των έργων ενός συγγραφέα αλλά το έργο του συνόλου των συγγραφέων της εξεταζόμενης μόνο περιόδου. Με άλλα λόγια: έχομε την αποτύπωση ενός συλλογικού λογοτεχνικού γίγνεσθαι, οριοθετημένου κατά διαδοχικές χρονικές φάσεις με πυκνά και χαρακτηριστικά λογοτεχνικά γεγονότα.
Ο τρίτος τόμος παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, επειδή η λογοτεχνία του Μεσοπολέμου με την έξαρσή της στη Δεκαετία του Τριάντα, στη νέα αυτή χρονική φάση, που οι στρατιές των ναζί ζητούσαν να επιβάλλουν τον σκοταδισμό τους στην Ευρώπη, πλουτίζεται, ως αντίδραση στο ζοφερό κλίμα, με νέα έργα, κάποτε οριακής σημασίας, που έννια εξ αυτών επωμίζονται τον ρόλο της ενίσχυσης του ηθικού και εθνικού φρονήματος, ιδωμένου κατά τα πρότυπα του ελεύθερου στοχασμού του Σολωμού, που θεωρούσε «εθνικόν ό,τι είναι αληθές». Δεύτερον, επειδή εμφανίζεται μια νέα γενιά, η οποία, ενώ ανατράφηκε με τα νεωτερικά έργα της Δεκαετίας του Τριάντα, διατηρεί μια διακριτική απόσταση από τους πρεσβύτερους, ιδιαίτερα από εκείνους που συντηρούν τα κατεστημένα ιδεολογήματα. Τα έργα της νέας αυτής γενιάς, παρότι πρώιμα, έδιδαν ήδη καλές υποσχέσεις που θα τις επαληθεύσουν αμέσως έπειτα, υιοθετώντας κυρίως το νεωτερικό στοιχείο και πλουτίζοντας τη θεματική με ό,τι ανέδειξαν ως πρώτο αγαθό οι δύσκολοι καιροί.