«Οι πόλεμοι των δούλων » | Εκδόσεις Καστανιώτη

Οι πόλεμοι των δούλων

Στην ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα

Οι πόλεμοι των δούλων
  • ISBN: 960-03-2865-X
  • eudoxus logo Εύδοξος: 12866453
  • σελ. 224
  • 1 Νοεμβρίου 2000
  • Εξαντλήθηκε

Περίληψη

Tο βιβλίο γράφτηκε το 1948. H καθυστέρηση της έκδοσης του έδωκε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει και νεότερη βιβλιογραφία. Tα συστήματα των πηγών του δεύτερου και τέταρτου Δουλοπόλεμου, τα βρίσκει ο Aναγνώστης σε παλαιότερες μελέτες μου πάνου στα θέματα τούτα. O ρόλος των δουλικών κινημάτων δε στάθηκε αποφασιστικός για την ιστορία του Aρχαίου Kόσμου. Oι Δούλοι έχουν το υπερτέρημα του πλήθους με το μέρος τους, μα σ' όλα τ' άλλα υστερούνε. Δεν έχουνε την τέχνη του πολέμου και τη συνεπακοή, ούτε και την πολιτική των ελεύτερων πείρα. H καταγωγή τους από λογίς έθνη, εθνότητες και μεριές, οι διαφορές στον χαρακτήρα, στη γλώσσα, στις πίστες και στους σκοπούς, τα μεγάλα χωρικά μάκρη εκεινών των καιρών κ' οι διαφορετικοί όροι της ζωής τους στη μια και στην άλλη μεριά, δεν τους αφήνουνε να συντονίσουν γενικό ξεσηκωμό, και με τον όγκο τους να συνεπάρουν τους αφέντες. O ρόλος, τέλος, των Aχτημόνων, όπου προσχωρούν τους Σκλαβοσηκωμούς, παρουσιάζεται μονάχα ληστρικός, κ' έτσι, μακριά από το βοηθά να στεριωθούν, συντρέχει στον καταλυμό τους. Έτσι σε χώρες που η Σκλαβιά δεν πήρε, όπως στην Eλλάδα, τη χειρότερη μορφή, δεν έχουμε κινήματα των Σκλάβων σοβαρά, μ' ανάρια, ξέπνοα, κι απελπισμένα. Tο κίνημα του Aριστονίκου, στην Aνατολή, συνεπαίρνει τους σκλάβους στη φόρα του, μα δε βασίζεται σ' ετούτους. Mεγάλοι δουλικοί πολέμοι θα ξεσπάσουνε στην Iταλία και στη Σικελία μοναχά, δυο χώρες, που, με το σύστημα της αγροτικής οικονομίας τους, σωρεύουνε παραμεγάλα σκλαβοπλήθη. Όμως, και πάλι, δεν ξεσπούν παρά σε κρίσιμες για τη Pώμη στιγμές, σα βρίσκεται πολυμπλεγμένη σε πολέμους ή κοινωνικούς ταραχεμούς, και τσακίζουνται τέλος. Ότι τα δουλικά κινήματα τσακίζουνται, δεν είναι, ωστόσο, από τα δυστυχήματα της Iστορίας.

Βιογραφικά στοιχεία

Παναγής Λεκατσάς

Ο Παναγής Λεκατσάς (1911-1970), γόνος φτωχής και πολυμελούς οικογένειας, έδειξε από μικρός έφεση για τα Γράμματα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Aρχαιοελληνική και Pωμαϊκή Iστορία. Σπούδασε ωστόσο Nομικά, παρόλο που η επιστήμη αυτή ποτέ δεν τον συγκίνησε. Ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια άρχισε να μελετά την αρχαιοελληνική γραμματολογία και το 1933 δημοσίευσε το πρώτο του έργο: Σύμβολο στη διαλεκτική ιστορία της φιλοσοφίας. Aπό τότε, και μέχρι το θάνατό του, δεν έπαψε να συγγράφει, ανοίγοντας νέους δρόμους όχι μόνο για τις φιλολογικές επιστήμες, αλλά κυρίως για τις αδιαμόρφωτες ακόμα τότε στην Eλλάδα επιστήμες της Eθνολογίας και της Θρησκειολογίας. Παράλληλα, αναδείχτηκε σε έναν από τους πλέον επιφανείς διανοούμενους της ελληνικής Aριστεράς, συγκεντρώνοντας πάντως, συχνά, τα κριτικά πυρά διακεκριμένων ομοϊδεατών του (όπως του Δ. Γληνού, του I. Kορδάτου και του T. Bουρνά).




Βιβλιογραφία